πέρασαν από εδώ...

OΛΑ ΡΟΖ....


Με τράβηξε από τα μαλλιά και με κάθισε στο ξύλινο γραφείο του σαλονιού. Μου έβαλε το πιστόλι στον κρόταφο και μου είπε να γράψω. Η φωνή της ήταν βραχνή σα να είχε καταπιεί 10 βρεγμένα καλώδια γεμάτα βραχυκύκλωμα. Ήταν τεράστια αυτή την φορά και το φως της μου έκαιγε την παλίρροια των κροτάφων μου. Δεν έχω τίποτα να πω όλο αυτό τον καιρό και αν έχω χάνεται μέσα από το άνοιγμα και το κλείσιμο της εξώπορτας μου κάθε πρωί. Έγινε κι άλλο ασημένια και ένα κομμάτι υδράργυρου έπεσε στην λεύκη μου κόλα. Άρχισα να σκέφτομαι το κουβάρι των πραγμάτων που έκρυβα πίσω από τις κόκκινες αρτηρίες μου και κάτω από τα φρεσκοκομμένα νύχια μου. Το πιστόλι της πίεσε περισσότερο τον κρόταφο μου. Είχε κατέβει κι άλλο πιο κοντά αυτή τη φορά και μου το είχε πει ότι θα γινόταν εχθρική αν δεν έγραφα έστω και μια λέξη. Ξεκίνησα αργά να γράφω...

Στα παπούτσια μου νομίζω ότι έχω ακόμα άμμο. Και πέρασε κι όλας μια εβδομάδα γυρισμού. Ροζ ερεθισμένου γυρισμού. Και ακόμα έχω στα παπούτσια μου άμμο.

Κυριακή βράδυ και στο μετρό ο κόσμος  πιο παραπληγικός από ποτέ. Άνθρωποι κατάλευκοι, σχεδόν φωσφοριζέ τρώνε απειλητικά τα νύχια τους και σιγά σιγά και τις αρθρώσεις τους. Αλλήθωρα μωρά τσιρίζουν σε μια γλώσσα σλάβικη που δεν κατανοώ. Μαυριδεροί πακιστανοί γεμάτοι τικ και ιδρωμένες μασχάλες κοιτάν με μάτια μισόκλειστα έξω από το τζάμι. Εκεί που δεν έχει τίποτα κανείς να δει παρά μόνο σκοτάδι και επόμενες στάσεις. Στο δημαρχείο της Αθήνας τα πρεζόνια  φωνάζουν με αργόσυρτα φωνήεντα. Σαλιώνω το ξεφλουδισμένο μου μπράτσο και πίνω όσα ποτά αντέχω να πιω. Όλα βαδίζουν προς τα πίσω. Ερεθισμένα και τελείως ροζ.
Θέρος με αστέρια γυμνά και καλοκαιρινό άνεμο. Θέρος με κουφόβραση και πατημένες ροζ τσίχλες στα γκρι πεζοδρόμια. Με τον κόσμο  μπροστά που βιάζεται να ταξιδέψει. Θέρος σαν τσίχλα big babol που τελειώνει η γεύση της και θες να τη φτύσεις. Και ακόμα έχω στα παπούτσια μου άμμο.
Όλα βαδίζουν προς τα πίσω. Ροζ και τόσο ερεθισμένα, σαν μάτια μετά από μακροβούτι. Κι έπειτα είναι κάτι μέρες σαν πολλαπλά σύνολα επιστροφών. Κάτι μέρες που γεννούν έναν βόμβο που δεν φεύγει ούτε στα όνειρα. Κάτι μέρες που σαπίζουν και γίνονται ροζ νύχτες χωρίς ιώδιο και αλμυρά φιλιά. Χωρίς σώμα και μικρά ξωκλήσια. Νύχτες ροζ χωρίς αρχαίους σπονδύλους και πανύψηλα φεγγάρια. Νύχτες χωρίς τίποτα συγκεκριμένο παρά μόνο με το εξάνθημα της επιστροφής...
Τα βράδια θα πλαγιάζω με τους πιο μακρινούς αστερισμούς και θα προσπαθώ να θυμάμαι τα ονόματα όλων το επόμενο πρωί. Θα γλύφω τα κύματα στις άκρες τους και θα πατώ με δύναμη την άμμο μέχρι να κάψει τα ασυνήθιστα πέλματα μου. Θα κοιμάμαι σε βράχια μυτερά μέχρι το σώμα μου να πάρει το σχήμα τους και αν θελήσω να νοσταλγήσω τα λίγα που άφησα, θα το κάνω ανάβοντας φιδάκι για τα κουνούπια στη βεράντα. ..
Μέχρι το επόμενο ταξίδι...Καληνύχτα.¨))